Diclib.com
Διαδικτυακό λεξικό
Αναζήτηση λεξικού
Προσαρμοσμένες λύσεις
Ελληνικά
Русский
English
Español
Português
Deutsch
Français
Nederlands
Italiano
عربي
Κλείσιμο
Κλείσιμο
Λεξικά
Πορτογαλικό λεξικό
pômulo
Αναζήτηση
Τι (ποιος) είναι
pômulo
- ορισμός
Εμφάνιση πρόσθετων πληροφοριών για αυτήν τη λέξη...
pômulo
s.m.
(-1815 cf. Cuvier) o osso que forma a parte mais saliente do rosto; maçã do rosto
-etim
lat.tard.
pomùlum,i
'maçã pequena', dim. de
pómum,i
'fruta; em especial, maçã'; ver
pom(i/o)-
pômulo
sm
(
lat pomulu
) Maçã do rosto.
Pómulo
m.
Maçan do rosto.
(Lat. "pomulum")
Παραδείγματα προφοράς από
www.voicecup.com
Περισσότερα παραδείγματα...
Searching
Παραδείγματα από
www.pressmon.com
Περισσότερα παραδείγματα...
Αναζήτηση λεξικού
Προσαρμοσμένες λύσεις
Επικοινωνήστε μαζί μας
INTERFACE LANGUAGE
Ελληνικά
Русский
English
Español
Português
Deutsch
Français
Nederlands
Italiano
عربي